Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

συνανίστημι
συναντάω
συνάντησις
συναντιάζω
συναντλέω
συνάντομαι
συνανύτω
συναξιόω
συναοιδός
συναπάγω
συναπαίρω
συναπαρτίζω
συνάπας
συναπειλέω
συναπεργάζομαι
συναπεχθάνομαι
συναποβαίνω
συναπογράφομαι
συναποδημέω
συναπόδημοι
συναποδιδράσκω
View word page
συναπαίρω
συναπαίρω intr. to sail or march away together, Luc.

ShortDef

to sail

Debugging

Headword:
συναπαίρω
Headword (normalized):
συναπαίρω
Headword (normalized/stripped):
συναπαιρω
IDX:
31130
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n31165
Key:
sunapai/rw

Data

{'content': 'συναπαίρω\n intr. to sail or march away together, Luc.', 'key': 'sunapai/rw'}