Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

συνανατολή
συνανατρέχω
συναναφθέγγομαι
συναναφύρω
συναναχρέμπτομαι
συνανίστημι
συναντάω
συνάντησις
συναντιάζω
συναντλέω
συνάντομαι
συνανύτω
συναξιόω
συναοιδός
συναπάγω
συναπαίρω
συναπαρτίζω
συνάπας
συναπειλέω
συναπεργάζομαι
συναπεχθάνομαι
View word page
συνάντομαι
συνάντομαι only in pres. and imperf. Dep. to fall in with, meet, absol. or c. dat., Hom., etc.; in hostile sense, to meet in battle, Il.: metaph., φόρμιγγι σ. to approach (i. e. use) the lyre, Pind.

ShortDef

to fall in with, meet

Debugging

Headword:
συνάντομαι
Headword (normalized):
συνάντομαι
Headword (normalized/stripped):
συναντομαι
IDX:
31125
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n31160
Key:
suna/ntomai

Data

{'content': 'συνάντομαι\n only in pres. and imperf.\n Dep. to fall in with, meet, absol. or c. dat., Hom., etc.; in hostile sense, to meet in battle, Il.: metaph., φόρμιγγι σ. to approach (i. e. use) the lyre, Pind.', 'key': 'suna/ntomai'}