Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

συνακμάζω
συνακολασταίνω
συνακολουθέω
συνακοντίζω
συνακούω
συνακροάομαι
συνακτέος
συνακτικός
συναλαλάζω
συναλγέω
συναλγηδών
συναλείφω
συναλίζω
συναλλαγή
συνάλλαγμα
συνάλλαξις
συναλλάσσω
συνάλλομαι
συναλοάω
συναλύω
συνάμα
View word page
συναλγηδών
συναλγηδών from συναλγέω συναλγηδών, όνος, ἡ, joint grief:—in pl., = αἱ συναλγοῦσαι, partners in pain, Eur.

ShortDef

joint grief

Debugging

Headword:
συναλγηδών
Headword (normalized):
συναλγηδών
Headword (normalized/stripped):
συναλγηδων
IDX:
31076
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n31111
Key:
sunalghdw/n

Data

{'content': 'συναλγηδών\n from συναλγέω\n συναλγηδών, όνος, ἡ,\n joint grief:—in pl., = αἱ συναλγοῦσαι, partners in pain, Eur.', 'key': 'sunalghdw/n'}