Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

συναγωνιστής
συνάδελφος
συναδικέω
συνᾴδω
συναείδω
συναείρω
συναθλέω
συναθροίζω
συναθροισμός
συναθύρω
συναΐγδην
σύναιμος
συναινέω
συναίνυμαι
συναιρέω
συναίρω
συναισθάνομαι
συναιτιάομαι
συναίτιος
συναιχμάζω
συναιχμάλωτος
View word page
συναΐγδην
συναΐγδην ἀΐσσω pressing violently together, Hes.

ShortDef

pressing violently

Debugging

Headword:
συναΐγδην
Headword (normalized):
συναΐγδην
Headword (normalized/stripped):
συναιγδην
IDX:
31054
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n31089
Key:
sunai/gdhn

Data

{'content': 'συναΐγδην\n ἀΐσσω\n pressing violently together, Hes.', 'key': 'sunai/gdhn'}