Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

συμφύρω
συμφυσάω
συμφυτεύω
σύμφυτος
συμφύω
συμφωνέω
συμφωνία
σύμφωνος
συμψαύω
συμψάω
συμψηφίζω
σύμψηφος
συμψοφέω
σύμψυχος
συνάγγελος
συναγγία
συναγείρω
συνάγκεια
συνάγνυμι
συναγορεύω
συναγρεύω
View word page
συμψηφίζω
συμψηφίζω fut. σω to reckon together, count up, NTest.

ShortDef

to reckon together, count up

Debugging

Headword:
συμψηφίζω
Headword (normalized):
συμψηφίζω
Headword (normalized/stripped):
συμψηφιζω
IDX:
31027
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n31062
Key:
sumyhfi/zw

Data

{'content': 'συμψηφίζω\n fut. σω\n to reckon together, count up, NTest.', 'key': 'sumyhfi/zw'}