Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
συμπροάγω
συμπρόεδρος
συμπροθυμέομαι
συμπροξενέω
συμπροπέμπω
συμπροσψαύω
συμπτύσσω
σύμπτωμα
σύμπτωσις
σύμπυκνος
συμπυνθάνομαι
συμπυρόω
συμφανής
συμφερόντως
συμφερτός
συμφέρω
συμφεύγω
σύμφημι
συμφθέγγομαι
συμφθείρω
συμφθίνω
View word page
συμπυνθάνομαι
συμπυνθάνομαι aor2 συνεπυθόμην Dep. to inquire about with another, τί τινι Eur.
ShortDef
to inquire about with
Debugging
Headword:
συμπυνθάνομαι
Headword (normalized):
συμπυνθάνομαι
Headword (normalized/stripped):
συμπυνθανομαι
IDX:
30973
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n31008
Key:
sumpunqa/nomai
Data
{'content': 'συμπυνθάνομαι\n aor2 συνεπυθόμην\n Dep. to inquire about with another, τί τινι Eur.', 'key': 'sumpunqa/nomai'}