Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

συμπορεύομαι
συμπορθέω
συμπορίζω
συμποσία
συμποσιαρχέω
συμποσίαρχος
συμπόσιον
συμπότης
συμποτικός
συμπραγματεύομαι
σύμπας
συμπάσχω
συμπατάσσω
συμπατέω
συμπεδάω
συμπείθω
συμπράκτωρ
συμπράσσω
συμπρεπής
συμπρέπω
συμπρεσβευτής
View word page
σύμπας
σύμπας all together, all at once, all in a body, Hom., Hdt., Attic; in Attic, the Art. is often added in the case of Numerals, πέντʼ ἦσαν οἱ ξύμπαντες Soph. with collective nouns, the whole, ὁ σ. στρατός Hdt.; στρατὸς σ. Soph.; ξύμπασα πόλις the state as a whole, Thuc.; ξ. γνώμη the general scope (of a speech), Thuc. τὸ σύμπαν the whole together, the sum of the matter, Hdt.; τὸ ξύμπαν εἰπεῖν Thuc. τὸ σύμπαν, as adv. altogether, on the whole, in general, Thuc., etc.

ShortDef

all together, all at once, all in a body

Debugging

Headword:
σύμπας
Headword (normalized):
σύμπας
Headword (normalized/stripped):
συμπας
IDX:
30948
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n30983
Key:
su/mpas

Data

{'content': 'σύμπας\n all together, all at once, all in a body, Hom., Hdt., Attic; in Attic, the Art. is often added in the case of Numerals, πέντʼ ἦσαν οἱ ξύμπαντες Soph.\n with collective nouns, the whole, ὁ σ. στρατός Hdt.; στρατὸς σ. Soph.; ξύμπασα πόλις the state as a whole, Thuc.; ξ. γνώμη the general scope (of a speech), Thuc.\n τὸ σύμπαν the whole together, the sum of the matter, Hdt.; τὸ ξύμπαν εἰπεῖν Thuc.\n τὸ σύμπαν, as adv. altogether, on the whole, in general, Thuc., etc.', 'key': 'su/mpas'}