Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ἀντεμβάλλω
ἀντεμβιβάζω
ἀντεμπήγνυμαι
ἀντεμπίπλημι
ἀντεμπίπρημι
ἀντέμφασις
ἀντενδίδωμι
ἀντεξάγω
ἀντεξαιτέω
ἀντεξελαύνω
ἀντεξέρχομαι
ἀντεξετάζω
ἀντεξιππεύω
ἀντεξόρμησις
ἀντεπάγω
ἀντεπαινέω
ἀντεπανάγομαι
ἀντεπαφίημι
ἀντέπειμι
ἀντεπεξάγω
ἀντεπέξειμι
View word page
ἀντεξέρχομαι
ἀντεξέρχομαι εἶμι ibo , = ἀντέξειμι Xen. to go out against, Xen.

ShortDef

go out against

Debugging

Headword:
ἀντεξέρχομαι
Headword (normalized):
ἀντεξέρχομαι
Headword (normalized/stripped):
αντεξερχομαι
IDX:
3097
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n3098
Key:
a)ntece/rxomai

Data

{'content': 'ἀντεξέρχομαι\n εἶμι ibo , = ἀντέξειμι\n Xen.\n to go out against, Xen.', 'key': 'a)ntece/rxomai'}