Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

συμπεριλαμβάνω
συμπερινοστέω
συμπεριπατέω
συμπεριπλοκή
συμπεριποιέω
συμπεριτρέχω
συμπεριφέρω
συμπεριφθείρομαι
συμπερονάω
συμπέτομαι
συμπήγνυμι
σύμπηκτος
συμπιέζω
συμπίνω
συμπίπτω
συμπλανάομαι
συμπλάσσω
συμπλαταγέω
συμπλείονες
συμπλέκω
σύμπλεος
View word page
συμπήγνυμι
συμπήγνυμι and -ύω fut. -πήξω to put together, construct, frame, Pind., Eur., etc.:—Mid. to construct for oneself, Luc. to make solid, congeal, condense, Il.

ShortDef

to put together, construct, frame

Debugging

Headword:
συμπήγνυμι
Headword (normalized):
συμπήγνυμι
Headword (normalized/stripped):
συμπηγνυμι
IDX:
30902
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n30937
Key:
sumph/gnumi

Data

{'content': 'συμπήγνυμι\n and -ύω\n fut. -πήξω\n to put together, construct, frame, Pind., Eur., etc.:—Mid. to construct for oneself, Luc.\n to make solid, congeal, condense, Il.', 'key': 'sumph/gnumi'}