Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
συμπείρω
συμπέμπω
συμπενθέω
συμπένομαι
συμπεραίνω
συμπέρασμα
συμπερασματικός
συμπέρθω
συμπεριάγω
συμπεριαγωγός
συμπερίειμι
συμπεριθέω
συμπεριλαμβάνω
συμπερινοστέω
συμπεριπατέω
συμπεριπλοκή
συμπεριποιέω
συμπεριτρέχω
συμπεριφέρω
συμπεριφθείρομαι
συμπερονάω
View word page
συμπερίειμι
συμπερίειμι to go round with another, c. dat., Xen.
ShortDef
to go round with
Debugging
Headword:
συμπερίειμι
Headword (normalized):
συμπερίειμι
Headword (normalized/stripped):
συμπεριειμι
IDX:
30890
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n30925
Key:
sumperi/eimi
Data
{'content': 'συμπερίειμι\n to go round with another, c. dat., Xen.', 'key': 'sumperi/eimi'}