Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
συμπαρεισέρχομαι
συμπαρέπομαι
συμπαρέχω
συμπαρίπταμαι
συμπαρίστημι
συμπαρομαρτέω
συμπαροξύνω
συμπαρορμάω
σύμπειρος
συμπείρω
συμπέμπω
συμπενθέω
συμπένομαι
συμπεραίνω
συμπέρασμα
συμπερασματικός
συμπέρθω
συμπεριάγω
συμπεριαγωγός
συμπερίειμι
συμπεριθέω
View word page
συμπέμπω
συμπέμπω fut. ψω to send with or at the same time, Hdt., Attic to help in conducting, Lys.
ShortDef
to send with
Debugging
Headword:
συμπέμπω
Headword (normalized):
συμπέμπω
Headword (normalized/stripped):
συμπεμπω
IDX:
30881
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n30916
Key:
sumpe/mpw
Data
{'content': 'συμπέμπω\n fut. ψω\n to send with or at the same time, Hdt., Attic\n to help in conducting, Lys.', 'key': 'sumpe/mpw'}