Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
συμπαραμένω
συμπαραμείγνυμι
συμπαρανεύω
συμπαρανήχομαι
συμπαραπέμπω
συμπαραπόλλυμαι
συμπαρασκευάζω
συμπαραστατέω
συμπαραστάτης
συμπαρατάσσομαι
συμπαρατηρέω
συμπαρατίθημι
συμπαρατρέφω
συμπαρατρέχω
συμπαραφέρω
συμπάρειμι
συμπάρειμι
συμπαρεισέρχομαι
συμπαρέπομαι
συμπαρέχω
συμπαρίπταμαι
View word page
συμπαρατηρέω
συμπαρατηρέω to keep watch together, Dem.
ShortDef
to keep watch together
Debugging
Headword:
συμπαρατηρέω
Headword (normalized):
συμπαρατηρέω
Headword (normalized/stripped):
συμπαρατηρεω
IDX:
30864
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n30899
Key:
sumparathre/w
Data
{'content': 'συμπαρατηρέω\n to keep watch together, Dem.', 'key': 'sumparathre/w'}