Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

συμμετρία
σύμμετρος
συμμητιάομαι
συμμηχανάομαι
σύμμιγα
συμμιγής
συμμείγνυμι
σύμμικτος
συμμιμητής
συμμιμνήσκομαι
σύμμιξις
συμμισέω
συμμίσγω
σύμμολπος
συμμορία
σύμμορος
συμμορφόομαι
σύμμορφος
συμμοχθέω
συμμυέω
συμμύω
View word page
σύμμιξις
σύμμιξις σύμ-μιξις, εως, commixture, τινος πρός τι Plat. intercourse, Plut.

ShortDef

commixture

Debugging

Headword:
σύμμιξις
Headword (normalized):
σύμμιξις
Headword (normalized/stripped):
συμμιξις
IDX:
30819
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n30854
Key:
su/mmicis

Data

{'content': 'σύμμιξις\n σύμ-μιξις, εως,\n commixture, τινος πρός τι Plat.\n intercourse, Plut.', 'key': 'su/mmicis'}