Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

συμβολή
συμβολικός
σύμβολον
σύμβολος
συμβούλευμα
συμβουλευτέος
συμβουλευτικός
συμβουλεύω
συμβουλή
συμβουλία
συμβούλιον
συμβούλομαι
σύμβουλος
συμβύω
σύμβωμος
συμμαθητής
συμμαίνομαι
συμμανθάνω
συμμάρπτω
συμμαρτυρέω
σύμμαρτυς
View word page
συμβούλιον
συμβούλιον συμ-βούλιον, ου, τό, βουλή counsel, NTest. a council, Plut.

ShortDef

counsel

Debugging

Headword:
συμβούλιον
Headword (normalized):
συμβούλιον
Headword (normalized/stripped):
συμβουλιον
IDX:
30773
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n30808
Key:
sumbou/lion

Data

{'content': 'συμβούλιον\n συμ-βούλιον, ου, τό,\n βουλή\n counsel, NTest.\n a council, Plut.', 'key': 'sumbou/lion'}