Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

σύλη
συλήτειρα
συλλαβή
συλλαβίζω
συλλαγχάνω
συλλαλέω
συλλαμβάνω
συλλέγω
σύλλεκτρος
συλλήβδην
συλλήγω
συλληπτέος
συλληπτέος2
συλλήπτωρ
σύλληψις
συλλογή
συλλογίζομαι
συλλογιμαῖος
συλλογισμός
συλλογιστέος
συλλογιστικός
View word page
συλλήγω
συλλήγω fut. ξω to finish together with, c. dat., Anth.

ShortDef

to finish together with

Debugging

Headword:
συλλήγω
Headword (normalized):
συλλήγω
Headword (normalized/stripped):
συλληγω
IDX:
30720
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n30755
Key:
sullh/gw

Data

{'content': 'συλλήγω\n fut. ξω\n to finish together with, c. dat., Anth.', 'key': 'sullh/gw'}