Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
συκοτραγέω
συκοφαντέω
συκοφάντημα
συκοφάντης
συκοφαντία
συκοφαντίας
συκοφαντικός
συκοφάντρια
συκόφασις
συκοφορέω
συκοφόρος
συλαγωγέω
σῦλα
συλάω
συλεύω
συλέω
σύλη
συλήτειρα
συλλαβή
συλλαβίζω
συλλαγχάνω
View word page
συκοφόρος
συκοφόρος σῡκο-φόρος, ον, φέρω fig-bearing, Strab.
ShortDef
fig-bearing
Debugging
Headword:
συκοφόρος
Headword (normalized):
συκοφόρος
Headword (normalized/stripped):
συκοφορος
IDX:
30704
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n30739
Key:
sukofo/ros
Data
{'content': 'συκοφόρος\n σῡκο-φόρος, ον,\n φέρω\n fig-bearing, Strab.', 'key': 'sukofo/ros'}