Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

συγχωρητέος
σύδην
σύειος
συζῶ
συζεύγνυμι
σύζευξις
συζητέω
συζητητής
συζοφόω
συζυγία
συζύγιος
σύζυγος
σύζυξ
συζωοποιέω
συκάζω
συκάμινον
συκάμινος
συκῆ
συκίδιον
συκίζω
σύκινος
View word page
συζύγιος
συζύγιος συζύγιος, α, ον poetic for σύζυγος joined, united, Eur.

ShortDef

joined, united

Debugging

Headword:
συζύγιος
Headword (normalized):
συζύγιος
Headword (normalized/stripped):
συζυγιος
IDX:
30675
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n30710
Key:
suzu/gios

Data

{'content': 'συζύγιος\n συζύγιος, α, ον\n poetic for σύζυγος\n joined, united, Eur.', 'key': 'suzu/gios'}