Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ἀνταπαιτέω
ἀνταπαμείβομαι
ἀνταπερύκω
ἀνταποδείκνυμι
ἀνταποδίδωμι
ἀνταπόδομα
ἀνταπόδοσις
ἀνταποκρίνομαι
ἀνταποκτείνω
ἀνταπολαμβάνω
ἀνταπόλλυμι
ἀνταποτίνω
ἀνταποφαίνω
ἄντα
ἀνταρκέω
ἀντασπάζομαι
ἀνταύγεια
ἀνταυγέω
ἀνταυδάω
ἀνταΰω
ἀνταφίημι
View word page
ἀνταπόλλυμι
ἀνταπόλλυμι to destroy in return, Eur., Plat. Pass. and Mid., with perf. 2 act. -απόλωλα, to perish in turn, Eur.; ὑπὲρ ἀνδρὸς ἑκάστου δέκα ἀνταπόλλυσθαι that ten be put to death in revenge for each man, Hdt.

ShortDef

to destroy in return

Debugging

Headword:
ἀνταπόλλυμι
Headword (normalized):
ἀνταπόλλυμι
Headword (normalized/stripped):
ανταπολλυμι
IDX:
3061
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n3062
Key:
a)ntapo/llumi

Data

{'content': 'ἀνταπόλλυμι\n to destroy in return, Eur., Plat.\n Pass. and Mid., with perf. 2 act. -απόλωλα, to perish in turn, Eur.; ὑπὲρ ἀνδρὸς ἑκάστου δέκα ἀνταπόλλυσθαι that ten be put to death in revenge for each man, Hdt.', 'key': 'a)ntapo/llumi'}