Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

συγκαταμύω
συγκαταναυμαχέω
συγκατανέμω
συγκατανεύω
συγκαταπίμπλημι
συγκαταπλέκω
συγκαταπράσσω
συγκαταρρίπτω
συγκατασκάπτω
συγκατασκεδάννυμι
συγκατασκευάζω
συγκατασκηνόω
συγκατασκήπτω
συγκατασπάω
συγκαταστασιάζω
συγκαταστρέφω
συγκατατάσσω
συγκατατίθημι
συγκατατρώγω
συγκαταφλέγω
συγκαταψεύδομαι
View word page
συγκατασκευάζω
συγκατασκευάζω fut. σω to help in establishing or framing, Thuc., etc.; σ. τὸν πόλεμον to join in promoting the war, Dem.

ShortDef

to help in establishing

Debugging

Headword:
συγκατασκευάζω
Headword (normalized):
συγκατασκευάζω
Headword (normalized/stripped):
συγκατασκευαζω
IDX:
30557
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n30592
Key:
sugkataskeua/zw

Data

{'content': 'συγκατασκευάζω\n fut. σω\n to help in establishing or framing, Thuc., etc.; σ. τὸν πόλεμον to join in promoting the war, Dem.', 'key': 'sugkataskeua/zw'}