Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
συγκαταβαίνω
συγκαταβάλλω
συγκαταγηράσκω
συγκατάγω
συγκαταδιώκω
συγκαταδουλόω
συγκαταδύνω
συγκατάδυσις
συγκαταζεύγνυμι
συγκαταθάπτω
συγκατάθεσις
συγκαταθέω
συγκαταθνῄσκω
συγκαταίθω
συγκαταινέω
συγκαταίρω
συγκατακαίω
συγκατάκειμαι
συγκατακλείω
συγκατακλίνω
συγκατακόπτω
View word page
συγκατάθεσις
συγκατάθεσις συγκατάθεσις, εως, συγκατατίθημι approval, agreement, concord, NTest. submission, Plut.
ShortDef
approval, agreement, concord
Debugging
Headword:
συγκατάθεσις
Headword (normalized):
συγκατάθεσις
Headword (normalized/stripped):
συγκαταθεσις
IDX:
30530
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n30565
Key:
sugkata/qesis
Data
{'content': 'συγκατάθεσις\n συγκατάθεσις, εως,\n συγκατατίθημι\n approval, agreement, concord, NTest.\n submission, Plut.', 'key': 'sugkata/qesis'}