Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

σύγκασις
συγκαταβαίνω
συγκαταβάλλω
συγκαταγηράσκω
συγκατάγω
συγκαταδιώκω
συγκαταδουλόω
συγκαταδύνω
συγκατάδυσις
συγκαταζεύγνυμι
συγκαταθάπτω
συγκατάθεσις
συγκαταθέω
συγκαταθνῄσκω
συγκαταίθω
συγκαταινέω
συγκαταίρω
συγκατακαίω
συγκατάκειμαι
συγκατακλείω
συγκατακλίνω
View word page
συγκαταθάπτω
συγκαταθάπτω fut. ψω to bury along with, Hdt.

ShortDef

to bury along with

Debugging

Headword:
συγκαταθάπτω
Headword (normalized):
συγκαταθάπτω
Headword (normalized/stripped):
συγκαταθαπτω
IDX:
30529
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n30564
Key:
sugkataqa/ptw

Data

{'content': 'συγκαταθάπτω\n fut. ψω\n to bury along with, Hdt.', 'key': 'sugkataqa/ptw'}