Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

συγγνώμη
συγγνωμονικός
συγγνωμοσύνη
συγγνώμων
συγγνωστέος
συγγνωστός
συγγομφόω
σύγγονος
σύγγραμμα
συγγραφεύς
συγγραφή
συγγραφικός
συγγράφω
συγγυμνάζω
συγγυμναστής
συγκαθαγίζω
συγκαθαιρέω
συγκαθαρμόζω
συγκαθέζομαι
συγκαθείργω
συγκαθέλκω
View word page
συγγραφή
συγγραφή συγγρᾰφή, ἡ, συγγράφω a writing or noting down, Hdt. that which is written, a writing, book: a history, narrative, Thuc., etc. a written contract, a covenant, bond, Lat. syngrapha, Thuc.; συγγ. ναυτικαί a bond to secure money lent on bottomry, Dem.; ἀνδριάντα ἐκδεδωκὼς κατὰ συγγραφήν having contracted for its execution, Dem.

ShortDef

a writing

Debugging

Headword:
συγγραφή
Headword (normalized):
συγγραφή
Headword (normalized/stripped):
συγγραφη
IDX:
30491
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n30526
Key:
suggrafh/

Data

{'content': 'συγγραφή\n συγγρᾰφή, ἡ,\n συγγράφω\n a writing or noting down, Hdt.\n that which is written, a writing, book: a history, narrative, Thuc., etc.\n a written contract, a covenant, bond, Lat. syngrapha, Thuc.; συγγ. ναυτικαί a bond to secure money lent on bottomry, Dem.; ἀνδριάντα ἐκδεδωκὼς κατὰ συγγραφήν having contracted for its execution, Dem.', 'key': 'suggrafh/'}