Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

στροβέω
στροβιλίζω
στροβιλοειδής
στροβιλός
στρόβιλος
στροβιλώδης
στρόβος
στρογγύλλω
στρογγύλος
στρογγυλότης
στρομβηδόν
στρόμβος
στρούθειον
στρουθοκάμηλος
στρουθός
στρουθοφάγος
στροφαῖος
στροφάλιγξ
στροφαλίζω
στροφάς
στροφεῖον
View word page
στρομβηδόν
στρομβηδόν like a top, whirling, Anth. from στρόμβος

ShortDef

like a top, whirling

Debugging

Headword:
στρομβηδόν
Headword (normalized):
στρομβηδόν
Headword (normalized/stripped):
στρομβηδον
IDX:
30388
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n30423
Key:
strombhdo/n

Data

{'content': 'στρομβηδόν\n like a top, whirling, Anth.\n from στρόμβος', 'key': 'strombhdo/n'}