Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ἀνταγωνιστέω
ἀνταγωνιστής
ἀνταείρω
ἄνταθλος
ἀνταιδέομαι
ἀνταῖος
ἀνταίρω
ἀνταιτέω
ἀντακαῖος
ἀντακούω
ἀνταλαλάζω
ἀντάλλαγμα
ἀνταλλακτέος
ἀνταλλάσσω
ἀνταμείβομαι
ἀνταμύνομαι
ἀνταναβιβάζω
ἀντανάγω
ἀνταναιρέω
ἀνταναλίσκω
ἀνταναμένω
View word page
ἀνταλαλάζω
ἀνταλαλάζω to return a shout, Aesch.
ShortDef
to return a shout
Debugging
Headword:
ἀνταλαλάζω
Headword (normalized):
ἀνταλαλάζω
Headword (normalized/stripped):
ανταλαλαζω
IDX:
3032
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n3033
Key:
a)ntalala/zw
Data
{'content': 'ἀνταλαλάζω\n to return a shout, Aesch.', 'key': 'a)ntalala/zw'}