Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

στιγματηφόρος
στιγματίας
στιγμή
στίζω
στικτός
στίλβω
στίλη
στιλπνός
στίξ
στιπτός
στῖφος
στιφρός
στιχαοιδός
στιχάομαι
στίχινος
στιχογράφος
στίχος
στλεγγίς
στοά
στοιβάζω
στοιβή
View word page
στῖφος
στῖφος στῖφος, ος, εος, τό, στείβω a close-pressed or compact body: a body of men in close array, a column, mass, Hdt., Aesch.; νεῶν στῖφος the close array of ships, Aesch.

ShortDef

a close-pressed

Debugging

Headword:
στῖφος
Headword (normalized):
στῖφος
Headword (normalized/stripped):
στιφος
IDX:
30268
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n30302
Key:
sti=fos

Data

{'content': 'στῖφος\n στῖφος, ος, εος, τό,\n στείβω\n a close-pressed or compact body: a body of men in close array, a column, mass, Hdt., Aesch.; νεῶν στῖφος the close array of ships, Aesch.', 'key': 'sti=fos'}