Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

στιβάδιον
στιβαδοκοιτέω
στιβαρός
στιβάς
στιβέω
στίβη
στιβίζομαι
στίβι
στίβος
στιγεύς
στίγμα
στιγματηφορέω
στιγματηφόρος
στιγματίας
στιγμή
στίζω
στικτός
στίλβω
στίλη
στιλπνός
στίξ
View word page
στίγμα
στίγμα στίγμα, ατος, τό, στίζω the mark of a pointed instrument, a tattoo-mark, brand, Hdt., NTest.

ShortDef

the mark of a pointed instrument, a tattoo-mark, brand

Debugging

Headword:
στίγμα
Headword (normalized):
στίγμα
Headword (normalized/stripped):
στιγμα
IDX:
30256
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n30290
Key:
sti/gma

Data

{'content': 'στίγμα\n στίγμα, ατος, τό,\n στίζω\n the mark of a pointed instrument, a tattoo-mark, brand, Hdt., NTest.', 'key': 'sti/gma'}