Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

στῆθος
στήκω
στήλη
στηλίδιον
στηλίς
στηλίτης
στηλόω
στημόνιον
στημορραγέω
στήμων
στήριγμα
στηριγμός
στῆριγξ
στηρίζω
στήσιος
Στησίχορος
στησίχορος
στιβάδιον
στιβαδοκοιτέω
στιβαρός
στιβάς
View word page
στήριγμα
στήριγμα στήριγμα, ατος, τό, a support, Eur. = στῆριγξ 2, Plut.

ShortDef

a support

Debugging

Headword:
στήριγμα
Headword (normalized):
στήριγμα
Headword (normalized/stripped):
στηριγμα
IDX:
30239
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n30273
Key:
sth/rigma

Data

{'content': 'στήριγμα\n στήριγμα, ατος, τό,\n a support, Eur.\n = στῆριγξ 2, Plut.', 'key': 'sth/rigma'}