Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
στατίζω
στατός
σταυρός
σταυροφόρος
σταυρόω
σταύρωμα
σταύρωσις
σταφίς
σταφυλή
σταφυλίς
σταφυλοκλοπίδης
σταχυητόμος
σταχυητρόφος
σταχυμήτωρ
σταχυοστέφανος
στάχυς
στέαρ
στεγάζω
στεγάνη
στεγανός
στέγαρχος
View word page
σταφυλοκλοπίδης
σταφυλοκλοπίδης στᾰφῠλο-κλοπίδης, ου, ὁ, κλέπτω a grape-stealer, Anth.
ShortDef
a grape-stealer
Debugging
Headword:
σταφυλοκλοπίδης
Headword (normalized):
σταφυλοκλοπίδης
Headword (normalized/stripped):
σταφυλοκλοπιδης
IDX:
30123
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n30157
Key:
stafuloklopi/dhs
Data
{'content': 'σταφυλοκλοπίδης\n στᾰφῠλο-κλοπίδης, ου, ὁ,\n κλέπτω\n a grape-stealer, Anth.', 'key': 'stafuloklopi/dhs'}