Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ἀνοπαῖα
ἄνοπλος
ἀνοράω
ἀνόργανος
ἀνορέα
ἀνορθόω
ἄνορμος
ἀνόρνυμι
ἀνορούω
ἀνόροφος
ἀνορταλίζω
ἀνορύσσω
ἀνορχέομαι
ἀνόσιος
ἀνοσιότης
ἄνοσος
ἀνόστεος
ἀνόστητος
ἀνόστιμος
ἄνοστος
ἀνοτοτύζω
View word page
ἀνορταλίζω
ἀνορταλίζω ὀρταλίς to clap the wings and crow, like a cockrel, Ar.
ShortDef
to clap the wings and crow
Debugging
Headword:
ἀνορταλίζω
Headword (normalized):
ἀνορταλίζω
Headword (normalized/stripped):
ανορταλιζω
IDX:
3002
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n3003
Key:
a)nortali/zw
Data
{'content': 'ἀνορταλίζω\n ὀρταλίς\n to clap the wings and crow, like a cockrel, Ar.', 'key': 'a)nortali/zw'}