Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
σκῶλος
σκῶμμα
σκωμμάτιον
σκωπτικός
σκωπτόλης
σκώπτω
σκωρία
σκῶρ
σκώψ
σμαράγδινος
σμάραγδος
σμαραγέω
σμάω
σμερδαλέος
σμερδνός
σμῆγμα
σμηνοδόκος
σμῆνος
σμήχω
σμικρός
σμῖλαξ
View word page
σμάραγδος
σμάραγδος σμάραγδος, ἡ, Lat. smaragdus, a precious stone of a green colour, a name given to the emerald and to malachite, Hdt. deriv. uncertain
ShortDef
emerald
Debugging
Headword:
σμάραγδος
Headword (normalized):
σμάραγδος
Headword (normalized/stripped):
σμαραγδος
IDX:
29885
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n29920
Key:
sma/ragdos
Data
{'content': 'σμάραγδος\n σμάραγδος, ἡ,\n Lat. smaragdus, a precious stone of a green colour, a name given to the emerald and to malachite, Hdt.\n deriv. uncertain', 'key': 'sma/ragdos'}