Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
σκυλοδεψέω
σκυλοδέψης
σκῦλον
σκύλος
σκυλοφόρος
σκυλοχαρής
σκύμνος
Σκῦρος
σκυτάλη
σκυταληφορέω
σκυταληφόρος
σκυταλίς
σκύταλον
σκυτεύς
σκυτεύω
σκυτικός
σκύτινος
σκυτοδέψης
σκῦτος
σκυτοτομέω
σκυτοτομία
View word page
σκυταληφόρος
σκυταληφόρος σκῠτᾰλη-φόρος, ον, φέρω carrying a club, Strab.
ShortDef
carrying a club
Debugging
Headword:
σκυταληφόρος
Headword (normalized):
σκυταληφόρος
Headword (normalized/stripped):
σκυταληφορος
IDX:
29858
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n29893
Key:
skutalhfo/ros
Data
{'content': 'σκυταληφόρος\n σκῠτᾰλη-φόρος, ον,\n φέρω\n carrying a club, Strab.', 'key': 'skutalhfo/ros'}