Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ἀνολκή
ἀνολολύζω
ἀνολοφύρομαι
ἀνομαλίζω
ἄνομβρος
ἀνομέω
ἀνομία
ἀνομίλητος
ἀνόμματος
ἀνομοιοειδής
ἀνόμοιος
ἀνομοιότης
ἀνομοιόω
ἀνομολογέομαι
ἀνομολογητέος
ἀνομολογία
ἀνομόλογος
ἀνομολογούμενος
ἄνομος
ἀνόνητος
ἄνοος
View word page
ἀνόμοιος
ἀνόμοιος and α, ον, unlike, dissimilar, Pind., Plat.; ἀν. τινι unlike it, Plat.:—adv. -ως, Thuc.; ἀν. ἔχειν to be unlike, Xen.

ShortDef

unlike, dissimilar

Debugging

Headword:
ἀνόμοιος
Headword (normalized):
ἀνόμοιος
Headword (normalized/stripped):
ανομοιος
IDX:
2981
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n2982
Key:
a)no/moios

Data

{'content': 'ἀνόμοιος\n and α, ον, unlike, dissimilar, Pind., Plat.; ἀν. τινι unlike it, Plat.:—adv. -ως, Thuc.; ἀν. ἔχειν to be unlike, Xen.', 'key': 'a)no/moios'}