Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
Σκίρτος
Σκίρων
Σκίταλοι
σκιώδης
σκληραγωγέω
σκληροκαρδία
σκληρός
σκληρότης
σκληροτράχηλος
σκληρύνω
σκληφρός
σκνιπαῖος
σκνιπός
σκολιόθριξ
σκόλιον
σκολιός
σκολιότης
σκολίωμα
σκολοπίζω
σκόλυμος
σκόμβρος
View word page
σκληφρός
σκληφρός σκληφρός, ά, όν σκέλλω slender, slight, thin, Plat.
ShortDef
slender, slight, thin
Debugging
Headword:
σκληφρός
Headword (normalized):
σκληφρός
Headword (normalized/stripped):
σκληφρος
IDX:
29776
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n29811
Key:
sklhfro/s
Data
{'content': 'σκληφρός\n σκληφρός, ά, όν\n σκέλλω\n slender, slight, thin, Plat.', 'key': 'sklhfro/s'}