Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
σκιαγράφημα
σκιαγραφία
σκιαγράφος
σκιάδειον
σκιάζω
σκιαμαχέω
Σκιάποδες
σκιά
σκιαρόκομος
σκιαρός
σκιάς
σκιατραφής
σκιατραφία
σκιατροφέω
σκιατροφία
σκιάω
σκίδνημι
σκιερός
σκίλλα
σκιμαλίζω
σκίμπους
View word page
σκιάς
σκιάς σκιάς, άδος, σκιά any thing serving as a shade, a canopy, pavilion, Theocr., Plut.
ShortDef
any thing serving as a shade, a canopy, pavilion
Debugging
Headword:
σκιάς
Headword (normalized):
σκιάς
Headword (normalized/stripped):
σκιας
IDX:
29735
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n29770
Key:
skia/s
Data
{'content': 'σκιάς\n σκιάς, άδος,\n σκιά\n any thing serving as a shade, a canopy, pavilion, Theocr., Plut.', 'key': 'skia/s'}