Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ἄνοιστος
ἀνοιστρέω
ἀνοκωχεύω
ἀνοκωχή
ἀνολβία
ἄνολβος
ἀνολκή
ἀνολολύζω
ἀνολοφύρομαι
ἀνομαλίζω
ἄνομβρος
ἀνομέω
ἀνομία
ἀνομίλητος
ἀνόμματος
ἀνομοιοειδής
ἀνόμοιος
ἀνομοιότης
ἀνομοιόω
ἀνομολογέομαι
ἀνομολογητέος
View word page
ἄνομβρος
ἄνομβρος without rain, of countries, Hdt.; ἄν. ῥοαί streams not fed by showers, Eur.

ShortDef

without rain

Debugging

Headword:
ἄνομβρος
Headword (normalized):
ἄνομβρος
Headword (normalized/stripped):
ανομβρος
IDX:
2975
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n2976
Key:
a)/nombros

Data

{'content': 'ἄνομβρος\n without rain, of countries, Hdt.; ἄν. ῥοαί streams not fed by showers, Eur.', 'key': 'a)/nombros'}