Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
σκηνογραφικός
σκηνογράφος
σκηνοπηγία
σκηνοποιία
σκηνοποιός
σκῆνος
σκηνοφύλαξ
σκηνόω
σκηνύδριον
σκήνωμα
σκηπτός
σκηπτουχία
σκηπτοῦχος
σκηπτοφόρος
σκῆπτρον
σκηπτροφορέω
σκηπτροφόρος
σκήπτω
σκηρίπτομαι
σκῆψις
σκιαγραφέω
View word page
σκηπτός
σκηπτός σκηπτός, οῦ, ὁ, σκήπτω a thunder-bolt, Soph., Xen.:— metaph. of pestilence, Aesch.; of war, Eur., Dem.
ShortDef
a thunder-bolt
Debugging
Headword:
σκηπτός
Headword (normalized):
σκηπτός
Headword (normalized/stripped):
σκηπτος
IDX:
29714
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n29749
Key:
skhpto/s
Data
{'content': 'σκηπτός\n σκηπτός, οῦ, ὁ,\n σκήπτω\n a thunder-bolt, Soph., Xen.:— metaph. of pestilence, Aesch.; of war, Eur., Dem.', 'key': 'skhpto/s'}