σκαφίδιον
σκαφίδιον
σκᾰφίδιον, ου, τό,
Dim. of σκαφίς I. 2
a small skiff, Strab.
{
"content": "σκαφίδιον\n σκᾰφίδιον, ου, τό,\n Dim. of σκαφίς I. 2\n a small skiff, Strab.",
"key": "skafi/dion"
}