Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

σιωπητέος
σκάζω
σκαιός
σκαιότης
σκαιουργέω
σκαίρω
σκαλάθυρμα
σκαλαθυρμάτιον
σκαλεύς
σκαλεύω
σκαληνός
σκάλλω
σκαλμός
σκάλοψ
Σκαμάνδριος
Σκάμανδρος
σκανδάληθρον
σκανδαλίζω
σκάνδαλον
σκάνδιξ
σκαπανεύς
View word page
σκαληνός
σκαληνός σκᾰληνός, ή, όν uneven, unequal, ἀριθμὸς σκ. an odd number, Plat.; τρίγωνον σκ. a triangle with unequal sides, Arist.; of a path, uneven, Anth.

ShortDef

uneven, unequal

Debugging

Headword:
σκαληνός
Headword (normalized):
σκαληνός
Headword (normalized/stripped):
σκαληνος
IDX:
29625
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n29660
Key:
skalhno/s

Data

{'content': 'σκαληνός\n σκᾰληνός, ή, όν\n uneven, unequal, ἀριθμὸς σκ. an odd number, Plat.; τρίγωνον σκ. a triangle with unequal sides, Arist.; of a path, uneven, Anth.', 'key': 'skalhno/s'}