σίτησις
σίτησις, εως,
σῑτέω
an eating, feeding, ἐπὶ σιτήσει for home consumption, Hdt.; σ. ἐν Πρυτανείῳ public maintenance in the Prytaneum, Ar., Plat.
food, Hdt.
{'content': 'σίτησις\n σίτησις, εως,\n σῑτέω\n an eating, feeding, ἐπὶ σιτήσει for home consumption, Hdt.; σ. ἐν Πρυτανείῳ public maintenance in the Prytaneum, Ar., Plat.\n food, Hdt.', 'key': 'si/thsis'}