Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
Σινωπίς
σίον
σίπυδνος
σιπύη
σίραιον
σιρικόν
σιρός
σίσυμβρον
σισύρα
σισυριγχίον
σίσυρνα
σισυρνοφόρος
Σισύφειος
Σίσυφος
σιταγωγέω
σιταγωγία
σιταγωγός
σιτέομαι
σιτευτός
σιτεύω
σιτηγέω
View word page
σίσυρνα
σίσυρνα σίσυρνα, ἡ, = σισύρα a garment of skin, Hdt.
ShortDef
a garment of skin
Debugging
Headword:
σίσυρνα
Headword (normalized):
σίσυρνα
Headword (normalized/stripped):
σισυρνα
IDX:
29563
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n29598
Key:
si/surna
Data
{'content': 'σίσυρνα\n σίσυρνα, ἡ,\n = σισύρα\n a garment of skin, Hdt.', 'key': 'si/surna'}