Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

Σικελιώτης
Σικελός
σίκερα
σίκιννις
σικύα
σίκυος
Σικυώνια
Σικυωνόθε
Σικυών
Σιληνός
σίλι
σιλλαίνω
σίλλος
σίλλυβος
σίλουρος
σίλφη
σίλφιον
σιλφιοφόρος
σιμβλεύω
σιμβλήϊος
σίμβλος
View word page
σίλι
σίλι = κρότων or κίκι, called in Hdt. σιλλικύπριον, τό.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
σίλι
Headword (normalized):
σίλι
Headword (normalized/stripped):
σιλι
IDX:
29519
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n29554
Key:
si/li

Data

{'content': 'σίλι\n = κρότων or κίκι, called in Hdt. σιλλικύπριον, τό.', 'key': 'si/li'}