Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
σιδηροχάρμης
σιδηρόω
σίδιον
Σιδόνες
Σιδονίηθεν
Σιδών
σίζω
Σιθωνία
Σικανία
Σικανός
σικάριος
Σικελία
Σικελίδης
Σικελικός
Σικελιώτης
Σικελός
σίκερα
σίκιννις
σικύα
σίκυος
Σικυώνια
View word page
σικάριος
σικάριος σικάριος, ὁ, the Lat. sicarius, an assassin, NTest.
ShortDef
an assassin (Latin sicarius)
Debugging
Headword:
σικάριος
Headword (normalized):
σικάριος
Headword (normalized/stripped):
σικαριος
IDX:
29505
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n29540
Key:
sika/rios
Data
{'content': 'σικάριος\n σικάριος, ὁ,\n the Lat. sicarius, an assassin, NTest.', 'key': 'sika/rios'}