Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
σιδηρουργεῖον
σιδηροφορέω
σιδηροφόρος
σιδηρόφρων
σιδηρόχαλκος
σιδηροχάρμης
σιδηρόω
σίδιον
Σιδόνες
Σιδονίηθεν
Σιδών
σίζω
Σιθωνία
Σικανία
Σικανός
σικάριος
Σικελία
Σικελίδης
Σικελικός
Σικελιώτης
Σικελός
View word page
Σιδών
Σιδών Σῑδών, ῶνος, ἡ, Sidon, one of the oldest cities of Phoenicia, Od., Hdt.: hence adj. Σῑδόνιος, η, ον, Il., Aesch.; Σιδονίη (sc. γῆ Od.; Σιδόνιοι men of Sidon, Od.; Σιδώνιος, Hdt., Attic; fem. Σιδωνιάς, άδος, Eur.
ShortDef
Sidon; Sidonian
Debugging
Headword:
Σιδών
Headword (normalized):
σιδών
Headword (normalized/stripped):
σιδων
IDX:
29500
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n29535
Key:
*sidw/n
Data
{'content': 'Σιδών\n Σῑδών, ῶνος, ἡ,\n Sidon, one of the oldest cities of Phoenicia, Od., Hdt.: hence adj. Σῑδόνιος, η, ον, Il., Aesch.; Σιδονίη (sc. γῆ Od.; Σιδόνιοι men of Sidon, Od.; Σιδώνιος, Hdt., Attic; fem. Σιδωνιάς, άδος, Eur.', 'key': '*sidw/n'}