Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ἀνισόω
ἀνίστημι
ἀνιστορέω
ἀνιστόρητος
ἀνίσωσις
ἀνιχνεύω
ἀννιβίζω
ἀνοδηγέω
ἄνοδος
ἄνοδος2
ἀνοδύρομαι
ἀνοήμων
ἀνόητος
ἄνοια
ἀνοίγνυμι
ἀνοιδέω
ἀνοικίζω
ἀνοικοδομέω
ἄνοικος
ἀνοικτέος
ἀνοικτίρμων
View word page
ἀνοδύρομαι
ἀνοδύρομαι Dep. to set up a wailing, Xen.
ShortDef
to set up a wailing
Debugging
Headword:
ἀνοδύρομαι
Headword (normalized):
ἀνοδύρομαι
Headword (normalized/stripped):
ανοδυρομαι
IDX:
2946
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n2947
Key:
a)nodu/romai
Data
{'content': 'ἀνοδύρομαι\n Dep. to set up a wailing, Xen.', 'key': 'a)nodu/romai'}