Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
σεμνύνω
σε
σεπτός
σέρις
σέρφος
σεσοφισμένως
σεῦτλον
σεύω
σηκάζω
σηκίς
σηκίτης
σηκοκόρος
σηκός
σηκόω
σήκωμα
σημαία
σημαίνω
σημαιοφόρος
σημαντήριον
σημαντρίς
σήμαντρον
View word page
σηκίτης
σηκίτης σηκί_της, ου, σηκός kept in the fold, sucking, of a lamb, Theocr.
ShortDef
kept in the fold, sucking
Debugging
Headword:
σηκίτης
Headword (normalized):
σηκίτης
Headword (normalized/stripped):
σηκιτης
IDX:
29405
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n29439
Key:
shki/ths
Data
{'content': 'σηκίτης\n σηκί_της, ου,\n σηκός\n kept in the fold, sucking, of a lamb, Theocr.', 'key': 'shki/ths'}