Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
σεμνομυθέω
σεμνοποιέω
σεμνοπροσωπέω
σεμνός
σεμνόστομος
σεμνότης
σεμνότιμος
σεμνόω
σεμνύνω
σε
σεπτός
σέρις
σέρφος
σεσοφισμένως
σεῦτλον
σεύω
σηκάζω
σηκίς
σηκίτης
σηκοκόρος
σηκός
View word page
σεπτός
σεπτός σεπτός, ή, όν verb. adj. of σέβομαι august, Aesch.
ShortDef
august
Debugging
Headword:
σεπτός
Headword (normalized):
σεπτός
Headword (normalized/stripped):
σεπτος
IDX:
29397
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n29431
Key:
septo/s
Data
{'content': 'σεπτός\n σεπτός, ή, όν\n verb. adj. of σέβομαι\n august, Aesch.', 'key': 'septo/s'}