Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ἄνιος
ἄνιππος
ἀνιπτόπους
ἄνιπτος
ἄνισος
ἀνισότης
ἀνισόω
ἀνίστημι
ἀνιστορέω
ἀνιστόρητος
ἀνίσωσις
ἀνιχνεύω
ἀννιβίζω
ἀνοδηγέω
ἄνοδος
ἄνοδος2
ἀνοδύρομαι
ἀνοήμων
ἀνόητος
ἄνοια
ἀνοίγνυμι
View word page
ἀνίσωσις
ἀνίσωσις ἀνισόω equalisation, Thuc.

ShortDef

equalisation

Debugging

Headword:
ἀνίσωσις
Headword (normalized):
ἀνίσωσις
Headword (normalized/stripped):
ανισωσις
IDX:
2940
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n2941
Key:
a)ni/swsis

Data

{'content': 'ἀνίσωσις\n ἀνισόω\n equalisation, Thuc.', 'key': 'a)ni/swsis'}