Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
σεισάχθεια
σεισίχθων
σεισματίας
σεισμός
σειστός
σείω
σελαγέω
σελαηγενέτης
σέλας
σελασφόρος
σελευκίς
σεληναίη
σεληναῖος
σελήνη
σεληνιάζομαι
σεληνιακός
σελιδηφάγος
σέλινον
σελίς
Σελλοί
σέλμα
View word page
σελευκίς
σελευκίς σελευκίς, ίδος, ἡ, a cup, named after Seleucus, Plut.
ShortDef
Seleucian: cup; shoe; ship; realm
Debugging
Headword:
σελευκίς
Headword (normalized):
σελευκίς
Headword (normalized/stripped):
σελευκις
IDX:
29372
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n29406
Key:
seleuki/s
Data
{'content': 'σελευκίς\n σελευκίς, ίδος, ἡ,\n a cup, named after Seleucus, Plut.', 'key': 'seleuki/s'}