Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
σαμφόρας
σανδάλιον
σανδαλίσκος
σάνδαλον
σανδαράκη
σανδαράκινος
σανδαρακουργεῖον
σάνδυξ
σανίδιον
σανιδόω
σανίδωμα
σανίς
σάν
σάος
σαπρία
σαπρός
σαπρότης
σάπφειρος
Σαπφώ
σαργάνη
σαρδάνιος
View word page
σανίδωμα
σανίδωμα σᾰνίδωμα, ατος, τό, a planking, framework, Polyb.
ShortDef
a planking, framework
Debugging
Headword:
σανίδωμα
Headword (normalized):
σανίδωμα
Headword (normalized/stripped):
σανιδωμα
IDX:
29275
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n29309
Key:
sani/dwma
Data
{'content': 'σανίδωμα\n σᾰνίδωμα, ατος, τό,\n a planking, framework, Polyb.', 'key': 'sani/dwma'}