Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
σαλπιγγολογχυπηνάδαι
σαλπιγκτής
σάλπιγξ
σαλπίζω
Σάμαινα
Σαμαρεία
Σαμαρείτης
σάμβαλον
σαμβύκη
σαμβυκιστής
Σάμη
Σαμοθρᾴκη
Σάμος
σαμπῖ
σαμφόρας
σανδάλιον
σανδαλίσκος
σάνδαλον
σανδαράκη
σανδαράκινος
σανδαρακουργεῖον
View word page
Σάμη
Σάμη Σάμη, ἡ, = Σάμος Il.
ShortDef
island of Same, near Ithaca
Debugging
Headword:
Σάμη
Headword (normalized):
σάμη
Headword (normalized/stripped):
σαμη
IDX:
29261
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n29295
Key:
*sa/mh
Data
{'content': 'Σάμη\n Σάμη, ἡ,\n = Σάμος Il.', 'key': '*sa/mh'}